Άγχος: βιολογική απόκριση ή μηχανισμός αυτοκαταστροφής;
Το άγχος και ο φόβος είναι ίσως οι σημαντικότερες ψυχολογικές δυνάμεις που κατευθύνουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Στις μέρες μας το άγχος αποτελεί αναμφισβήτητα σημείο των καιρών, με τα ποσοστά αγχωδών διαταραχών να αυξάνονται κάθε χρόνο. Παράλληλα, το άγχος συνηγορεί για τις ολοένα εντονότερες διαταραχές ύπνου, το αίσθημα κόπωσης , τα καταθλιπτικά επεισόδια και τις ψυχικές διαταραχές που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο άνθρωπο.
Αγχώδεις διαταραχές:
Εκτός από το καθημερινό άγχος με το οποίο η πλειονότητα των ανθρώπων είναι πλέον εξοικειωμένη, έχει αναγνωριστεί ένα ευρύ φάσμα διαταραχών οι οποίες σχετίζονται με το μηχανισμό του άγχους. Οι κυριότερες από αυτές είναι :
- Γενικευμένη αγχώδης διαταραχή: χαρακτηρίζεται από χρόνιο αίσθημα έντονης ανασφάλειας και ανησυχίας η οποία συχνά εκδηλώνεται και με σωματικά συμπτώματα (πχ αυξημένη αρτηριακή πίεση, αυξημένος καρδιακός ρυθμός, εφίδρωση κ.α.).
- Μετατραυματικό στρες: οφείλεται σε κάποιο τραυματικό γεγονός και περιλαμβάνει συμπτώματα όπως επαναβίωση του γεγονότος, εφιάλτες, έντονη ανησυχία και επίμονες σκέψεις.
- Διαταραχή πανικού: περιλαμβάνει κυρίως κρίσεις πανικού, δηλαδή απότομες εκδηλώσεις ανησυχίας ή φόβου. Τα αισθήματα αυτά εκδηλώνονται με μια σειρά ψυχικών και φυσικών συμπτωμάτων, όπως αίσθημα πνιγμονής, αυξημένος καρδιακός ρυθμός, ρίγος, απώλεια ελέγχου, αποπροσωποποίηση και πολλές φορές αγοραφοβική συμπεριφορά.
- Κοινωνικό άγχος: άτομα με τη συγκεκριμένη διαταραχή εμφανίζουν παράλογα ισχυρά αισθήματα ανησυχίας και φόβου σε κοινωνικές περιστάσεις. Εκδηλώνουν ανασφάλεια και αμηχανία και τείνουν να αποφεύγουν ορισμένες κοινωνικές καταστάσεις.
- Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: χαρακτηρίζεται από μια σειρά σκέψεων και παρορμήσεων που στερούνται λογικής και εξωθούν το άτομο σε στερεοτυπικές πράξεις προκειμένου να μειώσει τη δυσφορία που του προξενούν
Παθοφυσιολογία του άγχους
Σε γενικές γραμμές το στρες χαρακτηρίζεται σαν μια κατάσταση δυσαρμονίας η οποία οφείλεται σε στρεσογόνους παράγοντες (stressors). Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να είναι είτε εσωτερικοί είτε να προκαλούνται από εξωτερικά αίτια. Πολλές φορές αποτελούν απλώς επινοήσεις και όχι πραγματικούς αιτιώδεις παράγοντες. Όταν ο οργανισμός έρχεται αντιμέτωπος με ένα στρεσογόνο παράγοντα, ενεργοποιείται ο άξονας υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ανταπόκριση στο στρες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την έκκριση κορτιζόλης που προετοιμάζει το σώμα για άμεση κινητοποίηση.
Επιπτώσεις του άγχους στην υγεία:
Το άγχος μπορεί να προκαλέσει ή να επιδεινώσει άλλες παθολογικές καταστάσεις και μεταβάλει τη λειτουργία του εγκεφάλου. Συγκεκριμένα το χρόνιο στρες μπορεί να αυξήσει τον αριθμό των νευρωνικών συνάψεων στην αμυγδαλή που αποτελεί το κέντρο του φόβου. Επίσης, η περιοχή του ιπποκάμπου, υπεύθυνη για τη μάθηση, την απόκτηση νέων αναμνήσεων και τον έλεγχο του άγχους εκφυλίζεται. Αυτό πυροδοτεί έναν φαύλο κύκλο, καθώς ο οργανισμός αδυνατεί πλέον να διαχειριστεί στρεσογόνες καταστάσεις.
Η υπερέκκριση κορτιζόλης μπορεί ακόμη να οδηγήσει σε συρρίκνωση του προμετωπιαίου φλοιού, που είναι απαραίτητος για την συγκέντρωση, την κριτική ικανότητα, τη λήψη αποφάσεων, την επίλυση προβλημάτων κλπ. Tο χρόνιο άγχος φαίνεται να συνδέεται με την ανάπτυξη ψυχικών νόσων όπως η κατάθλιψη και η νόσος Alzheimer. Τέλος, είναι αποδεδειγμένη η επιβλαβής επίδραση του άγχους στη λειτουργία του ανοσοποιητικού και του καρδιαγγειακού συστήματος.
Σε μοριακό επίπεδο, το χρόνιο άγχος κατατάσσεται στους παράγοντες που οδηγούν σε συρρίκνωση του μεγέθους των τελομερών οδηγώντας τελικά το κύτταρο σε απόπτωση ή μετατροπή του σε προφλεγμονώδες. Επιπλέον τα γλυκοκορτικοειδή που εκκρίνει ο οργανισμός σε περιόδους άγχους φαίνεται να προκαλούν επιγενετικές αλλαγές σε ορισμένα γονίδια, τα οποία σχετίζονται με την απόκριση σε στρεσογόνα ερεθίσματα και τη ρύθμιση της διάθεσης.
Πιθανές αιτίες και παράγοντες κινδύνου:
Είναι σαφώς πολύ δύσκολο να προβλεφθεί η ανάπτυξη αγχωδών διαταραχών σε ένα άτομο, καθώς τέτοιου είδους διαταραχές αποτελούν το σημείο συνάντησης πάρα πολλών συνιστωσών. Υπάρχουν όμως ορισμένοι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την αντίδραση ενός ανθρώπου απέναντι σε αγχωτικές καταστάσεις όπως:
- Τραυματικά επεισόδια κατά την παιδική ηλικία: τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα και οι εμπειρίες ενός ατόμου κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του ή ακόμα και κατά την εμβρυική ηλικία οδηγούν σε δυσλειτουργίες του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης
- Συνύπαρξη άλλων ψυχικών νόσων (πχ κατάθλιψη)
- Κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ καθώς και η υπέρμετρη κατανάλωση καφεΐνης μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα του άγχους
Φαρμακοθεραπεία του άγχους:
Η θεραπεία του άγχους περιλαμβάνει κυρίως :
- Βενζοδιαζεπίνες
Οι βενζοδιαζεπίνες ενισχύουν τη δράση του γ-αμινοβουτυρικού οξέος ή GABA, καθώς προσδένονται στον υποδοχέα του, επιτυγχάνοντας έτσι τις κατευναστικές και ηρεμιστικές τους δράσεις. Διαφέρουν μεταξύ τους τόσο ως προς τη διάρκεια δράσης τους όσο και ως προς το θεραπευτικό τους αποτέλεσμα. Οι συχνότερα χρησιμοποιούμενες είναι η διαζεπάμη , η αλπραζολάμη, η κλοναζεπάμη, λοραζεπάμη και το χλωροδιαζεποξειδιο.
Για χρόνια, η αλπραζολάμη κυριάρχησε στην Αμερική ως ένα από τα πιο ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα. Εξαιτίας της ιδιότητας της να επιτυγχάνει έναν ορισμένο βαθμό ευφορίας, καταχράστηκε για ψυχαγωγικούς σκοπούς μάλιστα συχνά σε συνέργεια με αλκοόλ. Όπως και οι υπόλοιπες βενζοδιαζεπίνες, η αλπραζολάμη ενέχει κίνδυνο εξάρτησης, γεγονός που καθιστά σημαντικά δύσκολη τη διακοπή της.
- Εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης ( SSRIs)
Οι SSRIs είναι ενώσεις που αναστέλλουν την επαναπρόσληψη της σεροτονίνης από τις συνάψεις του εγκεφάλου, αυξάνοντας κατά συνέπεια τα ποσοστά σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Οι SSRIs χορηγούνται συνηθέστερα ως αντικαταθλιπτικά καθώς η σεροτονίνη ρυθμίζει μεταξύ άλλων τη διάθεση. Ωστόσο, επειδή η κατάθλιψη και το άγχος είναι καταστάσεις που αλληλεπικαλύπτονται και συχνά μάλιστα συνδέονται και αιτιολογικά, οι SSRIs μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά και ως αγχολυτικά. Χορηγούνται κυρίως για την αντιμετώπιση γενικευμένου άγχους, OCD και κοινωνικού άγχους.
Φυσικά προϊόντα με αγχολυτικές ιδιότητες:
Οι σοβαρές διαταραχές άγχους είναι σαφώς πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μόνο με φυτικά σκευάσματα. Μπορούν ωστόσο να χορηγηθούν συμπληρωματικά ή σε πιο ήπιες περιπτώσεις. Τα κυριότερα φυσικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται είναι :
- Ρίζα βαλεριάνας: περιέχει βαλεποτριάτες οι οποίες εμφανίζουν ηρεμιστικές ιδιότητες
- Άνθη χαμομηλιού
- Λεβάντα: ένα από τα κύρια συστατικά της είναι η λιναλοόλη η οποία μιμείται τη δράση των βενζοδιαζεπινών
- Παθανθές: χρησιμοποιείται παραδοσιακά κυρίως στη Λατινική Αμερική κατά του άγχους, της αυπνίας και των λοιμώξεων
- Ρίζα Κάβα: η Κάβα είναι φυτό των νήσων του Ειρηνικού το οποίο εμφανίζει μυοχαλαρωτική, αναλγητική και ηρεμιστική δράση
- Ασβαγκάντα: χρησιμοποιείται εδώ και χιλιάδες χρόνια στην Ινδία σε πολλές παθολογικές καταστάσεις
- Κανναβιδιόλη (CBD ): πρόκειται για τη μη ψυχοδιεγερτική ένωση της κάνναβης η οποία είναι υπεύθυνη για την ηρεμιστική και αγχολυτική δράση του φυτού
Με εφαλτήριο τις ηρεμιστικές ιδιότητες της κανναβιδιόλης γίνονται προσπάθειες για την ανάπτυξη νέων ενώσεων, οι οποίες στοχεύουν στην ενδυνάμωση του ενδογενούς συστήματος κανναβινοειδών. Τέτοιες ενώσεις είναι για παράδειγμα οι αναστολείς του ενζύμου που είναι υπεύθυνο για την αποικοδόμηση της ανανταμίδης, που αποτελεί το κύριο κανναβινοειδές του οργανισμού.
Εναλλακτικές θεραπευτικές προσεγγίσεις:
Μουσικοθεραπεία: Η δυνατότητα της μουσικής να καθρεφτίζει και να αναδομεί τον συναισθηματικό κόσμο είναι αναντίρρητη. Το ερώτημα που ανακύπτει είναι σε ποιο βαθμό μπορεί να εφαρμοστεί κλινικά στη θεραπεία του άγχους. Οι περισσότερες μελέτες και μετα-αναλύσεις συμφωνούν σε μια παροδική ανακούφιση των συμπτωμάτων του άγχους η οποία ωστόσο είναι μόνο πρόσκαιρη.
Άσκηση: Η άσκηση σε τακτική βάση προάγει τη νευρογένεση σε εγκεφαλικές περιοχές όπως ο ιππόκαμπος, μειώνει το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή και ενισχύει το ενδοκανναβινοειδές σύστημα.
Διαλογισμός: Πρόκειται για μια πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Επικεντρώνεται στη συγκέντρωση του μυαλού στο παρόν απομακρύνοντας τον καταιγισμό των τυχαίων σκέψεων που κατακλύζουν τον εγκέφαλο κάθε στιγμή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο φαίνεται να επιτυγχάνεται ένα αίσθημα ηρεμίας, να μειώνονται τα αρνητικά συναισθήματα, ενισχύεται η αυτεπίγνωση και μεταβάλλεται ο τρόπος σκέψης. Το πλεονέκτημα του διαλογισμού είναι ότι οι θετικές του επιδράσεις συνεχίζονται και μετά το πέρας του.
Πηγές: Psychiatry Research, NIMH, Experimental and Clinical Sciences